ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΦΑΡΑΣΣΩΝ
Το γλωσσολογικό ιδίωμα που μιλούσαν στα χωριά των Φαράσσων είναι από τα αρχαιότερα μαζί με τα ποντιακά που έχουν κοινές ρίζες. Από τα τέσσερα ιδιώματα που εμφανίζονται στην Καππαδοκία το παλαιότερο αρχαιολογικά και γλωσσολογικά είναι το Φαρασσιώτικο με την γραμματική την αρχαιοελληνική προερχόμενη από την αρχαία ελληνική γλώσσα, και έχουν μεγάλη συγγένεια με την ομώνυμη γλώσσα που μιλούσαν οι «ΧΑΛΔΙΩΤΕΣ», τα ονομαζόμενα «Χαλδιώτικα», που σαν κοινό τους σημείο έχουν της ρίζες τους από την αρχαιότητα.
Επίσης συγγενεύουν κατά πολύ και με την ποντιακή διάλεκτο αφού και αυτή έχει ρίζες από την αρχαιότητα.
Οι Φαρασσιώτες, οι Πόντιοι και οι Χαλδιώτες είναι από τους πιο παλαιούς λαούς που κατοίκησαν τα μέρη της Καππαδοκίας. Είχαν άμεση σχέση και με το φιλελληνικό λαό τον Χετταίων, που συνυπήρχαν αρμονικά, ώσπου ο λαός αυτός αφομοιώθηκε με τους λαούς της Καππαδοκίας και χάθηκε στο διάβα των αιώνων.
Σχετικά με το γλωσσολογικό ιδίωμα των Φαράσσων, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης γράφει:
Ο γνησιότερος τύπος της Καππαδόκικης γλώσσας, τα Φάρασσα διασώζουν συγκριτικά με τα υπόλοιπα ιδιώματα περισσότερο ανόθευτα τα Ελληνικά.
Ο Καρολίδης γράφει επίσης ότι, ο γνησιότερος τύπος της Καππαδοκικής γλώσσας είναι το ιδίωμα των Φαράσσων. Αναφέρει τα Φάρασσα ωσάν σπουδαίο λείψανο της Βυζαντινής και Μεσαιωνικής Καππαδοκίας και του Καππαδοκικού Ελληνισμού.
Όπως όλα τα μικρασιάτικα ιδιώματα, έτσι και το Φαρασσιώτικο διατήρησε γνωρίσματα της ελληνιστικής, καθώς και της μεσαιωνικής ελληνικής γλώσσας.
Γι’ αυτό και κατατάσσεται στα αρχαϊκότερα νεοελληνικά ιδιώματα της Καππαδοκίας και μαζί με τα ποντιακά ανήκουν στα πιο αρχαία νεοελληνικά ιδιώματα.
Κάποτε τα σύνορα της Καππαδοκίας ήταν από την Συρία και έφταναν ως τον Πόντο. Ήταν η μεγάλη Καππαδοκία και αποτελούσαν μια ενιαία γλωσσική ενότητα.
Για τον λόγο αυτόν, η επίδραση της Τούρκικης γλώσσας συνετέλεσε να έχουμε κοινά φωνητικά γνωρίσματα στα ιδιώματα μας.
Πολλά κοινά σημεία τους ένωναν και είχαν ίδια ήθη έθιμα και πολλές φορές συν-διασκέδαζαν κρατώντας τα έθιμα τους.
Ένα από τα πατροπαράδοτα έθιμα τους ήταν και το γεγονός που συνέβη στην Θεά Δήμητρα, με την κόρη της Περσεφόνη, αναπαριστούσαν προς τιμήν της το γεγονός αυτό που ακόμα και σήμερα μας το μετέφεραν οι πρόγονοι μας, από τα χωριά των Φαράσσων και τηρείται παραδοσιακά από αρκετούς συλλόγους, το δράμα της θεάς Δήμητρας, όταν έμαθε πως ο θεός Πλούτων, θεός του κάτω κόσμου αγάπησε και έκλεψε την μονάκριβη κόρη της και την κατέβασε στον άλλο κόσμο.
Έτσι ο λαός αυτός, που κατοικούσε στα μέρη της αρχαίας Πάρτσας, η οποία αργότερα λόγω γλωσσολογικής προφοράς ονομάσθηκε Φάρσα, Φάρασσα, με τα ομώνυμα χωριά που ήταν γύρω στα 30, μαζί με δύο μεγάλες πόλεις, την Μόμψου Εστία και την Μόμψου Κρήνη, τις οποίες έχτισε ο βασιλιάς της Τροίας, Μόμψος, όταν παραδόθηκε η Τροία στους Αχαιούς, κατέβασε τον λαό του στην περιοχή αυτή.
Στην περιοχή χτίστηκε και ο ναός της πέρα Ασίας Αρτέμιδος. Ονομάσθηκε έτσι, γιατί ήταν το σύνορο το πέρασμα, προς την μεγάλη Ασία, δηλαδή από την μικρά Ασία στην πέρα μεγάλη Ασία. Πάνω στα θεμέλια του ναού χτίσθηκε ο ναός του μεγάλου Κωνσταντίνου, στα χρόνια του Βυζαντίου και ήταν ο μόνος ναός που το ιερό του ήταν προς τον βορρά.
Μερικά από τα παλαιά χωριά ήταν.
ΣΚΑΛΙΚΑΣ, ΜΑΟΚΟΣ, ΛΥΚΟΧΩΡΙ, ΦΙΑΜΑΤΟΥ, ΣΤΑΥΡΟΣ, ΚΑΠΑΤΟΥΝΙ, ΤΑΚΑΔΕ, ΠΑΝΟΥ ΑΝΝΑΣ, ΚΑΤΟΥ ΑΝΝΑΣ, ΚΟΥΤΣΟΥΞΥΟΥ ΩΝΙΤΣΗΣ, ΣΙΔΕΡΟΥ ΤΕΜΠΑΡΑΣ ΠΟΓΑΖΙ, ΜΥΟΥ ΖΟΝΑΡΕ, ΤΟ ΞΟΥΡΤΣΪΔΙ και άλλα.
Στα καινούργια χωριά ανήκουν:
ΒΑΡΑΣΣΟΣ, ΓΑΡΑΣΑΝΤΗΣ, ΑΦΣΑΡΙ, ΟΥΡΟΥΜΤΣΕΣ, ΓΑΡΙΠΤΣΑΣ, ΚΙΣΚΑ, ΣΑΤΗΣ, ΚΙΟΥΝΙΑ, ΠΟΣΤΑΝΛΟΥΚ, ΠΕΣ ΚΑΡΤΑΣ, ΧΟΝΤΣΑΣ, ΤΑΣΤΣΙ και ΤΣΟΥΧΟΥΡΙ.
Από αυτά τα χωριά δημιουργήθηκαν τα: ΤΑΣΛΙΚ, ΡΟΥΜ ΚΑΒΑΚ και ΤΣΟΥΧΟΥΡ, ανεβαίνοντας προς τον Πόντο στην περιοχή της Σεβάστειας, κοντά στα χωριά του Αγ-τα Ματέν. Από όλα αυτά τα χωριά, τα τελευταία χρόνια, ελληνικά μιλούσαν μόνο στα: Βαρασσός, Σατής, Τσουχούρι και λιγότερο στο Αφσάρι. Στα υπόλοιπα χωριά, κάτω από την πίεση των Τούρκων, αναγκάσθηκαν και Τουρκοφώνησαν.
ΦΡΑΣΕΙΣ ΦΑΡΑΣΣΙΩΤΙΚΕΣ ΜΕ ΣΧΕΣΗ ΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Άλσην το λαχτόρι την Αβίτσα τσε η Αλία του ποίην σος το Ρουσί
Φώναξε ο Αλέκτωρ την Αυγή και ή λαλιά του πήγε ως το όρος
Ο Αραπάς Δεβαίνη ση Στράτα τσε ο ναυτέν εν πάνου του.
Ο Αραμπάς περνάει από το δρόμο και ο αφέντης του είναι επάνω του.
Η μάμου δότσην μη αν μέγα ξύουν ντα πίκου αν άβη σο ξινάρι.
Η μητέρα μου με έδωσε ένα μεγάλο ξύλο να φτιάξω λαβή στην αξίνα
Ο Τατάς μου είπιμη μη παένης σο ρουσή τσε γώ τι τσο δόκα, «τσούξατα»
Ο Πατέρας μου με είπε μην πηγαίνεις στο όρος και εγώ αυτί δεν έδωσα, «δεν το άκουσα»
Ύπνωσα τη βραδύ είδα αν οράμα, γνέφσα τσε τσο πόρκα να πνώσου
Κοιμήθηκα το βράδυ είδα ένα όνειρο ξύπνησα και δεν μπόρεσα να κοιμηθώ
Μο το φτάλμι μου θορίγκα το μέγα το Παγάνι του Βαρασσού
Με το μάτι μου έβλεπα το μεγάλο το ποτάμι του Βαρασσού
Ήνοιξαν τη θύρα τσε Έβκην το λαχτόρι τσε άλσην
Άνοιξαν την πόρτα και βγήκε ο πετεινός και φώναξε
Έβκα πάνου σο Δώμα τσε τσο πόρκα να κατεβώ
Βγήκα πάνω στο Δώμα και δεν μπόρεσα να κατέβω
Τσακώνω μο τα σέρα μου τα ξύα τσε μπάνουτα σο οτζάκι
Σπάζω με τα χέρια μου τα ξύλα και τα βάζω στο τζάκι
Συρένο μο το τουφάνγκι μου τσε κρούου αν γεσίλη
Βαράω με το ντουφέκι μου και κτυπώ ένα ελάφι
Γομόνου το τουφάνγκι μου χορτάρι τσε σηρένου πανουφόρου
Γεμίζω το ντουφέκι μου μπαρούτι και βαράω προς τα επάνω
Μο το Πελέτσι κόφτουν τα δρα τα ξύα τσε βκαλίνου το φλούδι του
Με το τσεκούρι κόβουν τα χοντρά τα ξύλα και βγάζουν το φλοιό του
Ο Παπάς κρού το σήμαντρο σην Εκκλεσία
Ο Παπάς χτυπάει την καμπάνα στην Εκκλησία
Ση στράτα του πορπατώ τσε τσο θωρώ που παένου
Στην στράτα που περπατάω και δεν βλέπω που πηγαίνω
Δεβάγκα το παγάνι μο τα πράδα μου τσε ξήλσα πέσου
Περνούσα το ποτάμι με τα πόδια μου και έπεσα μέσα
Κάτα ημέρα παένη σην εκκλεσία τσε ναύτη τσερία
Κάθε ημέρα πηγαίνει στην εκκλησία και ανάβει κεριά